νυκτερίς

νυκτερίς
(-ίδος) η см. νυχτερίδα

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Смотреть что такое "νυκτερίς" в других словарях:

  • νυκτερίς — bat fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • νυκτερίς — η ζωολ. γένος χειρόπτερων, νυχτερίδων τής οικογένειας nycteridae …   Dictionary of Greek

  • νυκτερίδα — νυκτερίς bat fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • νυκτερίδας — νυκτερίς bat fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • νυκτερίδες — νυκτερίς bat fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • νυκτερίδι — νυκτερίς bat fem dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • νυκτερίδος — νυκτερίς bat fem gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • νυκτερίδων — νυκτερίς bat fem gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • νυκτερίσι — νυκτερίς bat fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • νυκτερίσιν — νυκτερίς bat fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • νυχτερίδα — Κοινή ονομασία ιπτάμενων θηλαστικών της τάξης των χειροπτέρων. Ιδιαίτερα ονομάζουν ν. κάθε είδος που υπάγεται στην οικογένεια των Βεσπερτιλιονιδών, της μεγάλης τάξης των μικροχειροπτέρων· η οικογένεια αυτή, που χαρακτηρίζεται από την ομοιογένειά… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»